De materia medica
Dioscurides Pedianus
Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.
15 ἄμωμόν ἐστι θαμνίσκος οἱονεὶ βότρυς ἐκ ξύλου ἀντεμπεπλεγμένος ἑαυτῷ. ἔχει δέ τι καὶ ἄνθος μικρὸν ὡς λευκοίου, φύλλα δὲ βρυωνίᾳ ὅμοια. κάλλιστον δέ ἐστι τὸ Ἀρμένιον, χρυσίζον τῇ χρόᾳ, ἔχον δὲ τὸ ξύλον ὑπόκιρρον, εὐῶδες ἱκανῶς. τὸ δὲ Μηδικὸν διὰ τὸ ἐν πεδίοις καὶ ἐν ἐφύδροις τόποις φύεσθαι ἀδυναμώτερον· ἔστι δὲ μέγα καὶ ὑπόχλωρον καὶ πρὸς τὴν ἁφὴν [*](6 SIM. Theophr. de od. 32 — Cels. V 11 — Cels. IlI 21 (107, 11) — D. eup. II 77 (289) 78 (291) — II 115 (316) — II 137 (327) — I 41 (112) — I 121 (154) — II 102 (304) — II 109 (307).) [*](18 SIM. Theophr. h. pl. IX 7, 2; de od. 32; Pl. XII 48 (ex Iuba).) [*](18 EXC. Orib. XI s. v. (κάλλιστον — ποικίλον, δολίζουσι — τελείους); Orib. t. V 69 D., unde Aet. II 196; Isid. XVII 8, 11 (e D. lat.) Ps. Orib. simpl. V 29 cf. Strab. XVI 747 (Meyer bot. Erläut. zu Strab. 88).) [*](1 ῥαβδίῳ addidi: cum astis nodosis Dl 2 κιννάμωμον ξυλῶδες H μικρὰς H 3 καταδεεστέρας F 4 κατὰ τὸ Da 6 ἔχει post κινάμωμον colloc. H 9 post ἀποκαθαίρει add. θερμαίνει τε καὶ λεπτύνει· καὶ ἔστι διουρητικόν HDiDa (θερμ. — λεπτ. om. Da) 10 ἐφήλεις ἀποκαθαίρες (θερμ. — λεπτ. add. Da) μετὰ κτλ. HDiDa 15—18 hinc aliena ease vidit Sar.; e Crateua fluxisse videntur τι om. HDa 16 μέντοι γε Di 17 ἔλαττόν ἐστι HDa 18 num. cap. ιε QDi: ιγ΄ Dl θαμνίσκος οἱονεὶ βότρυς κτλ.] D. lignum fruticis. amomi ita in se ipsum convolutum esse dicit ut uvae effigiem repraesentet: aliter Isid. l. s. frutex botruosum semen reddens sibi connexum: male Dl frutex est similis botruo, in circuitu cuiuslibet arboris nascitur, ad rem cf. Ps. Orib. l. s. Flückiger Pharmak.3 903. 904. ἀντιπεπλεγμένος H 20 βρυωννία F 21 τὴν χρόαν HOrib. δὲ FOrib.: τε reliqui 22 ἐν (alt.) om. Orib. 23 ἀδυναμώτερον F: ἀδυνατώτερον reliqui ἔστι δὲ om. Orib. χλωρὸν Orib.)
δύναμιν δὲ ἔχει θερμαντικήν, στυπτικήν, ξηραντικήν, ὑπνοποιόν, 2 ἀνώδυνον τοῦ μετώπου καταπλασσομένου, φλεγμονάς τε πεπαίνει καὶ διαφορεῖ, σκορπιοπλήκτους τε μετ᾿ ὠκίμου καταπλασθὲν ὠφελεῖ· παρηγορεῖ καὶ ὀφθαλμῶν φλεγμονὰς καὶ τὰς ἐν σπλάγχνοις σὺν σταφίδι, πρὸς δὲ τὰ γυναικεῖα καὶ ἐν προσθέτοις καὶ ἐγκαθίσμασι χρήσιμον. ποθὲν δὲ τὸ ἀφέψημα αὐτοῦ ἁρμόζει ἡπατικοῖς, νεφριτικοῖς, ποδαγρικοῖς. μείγνυται δὲ καὶ ἀντιδότοις καὶ τοῖς πολυτελεστάτοις τῶν μύρων. δολίζουσι δέ τινες τὸ ἄμωμον τῇ λεγομένῃ ἀμωμίδι, ἐμφερεῖ οὔσῃ τῷ ἀμώμῳ, ἀνόσμῳ μέντοι καὶ ἀκάρπῳ, γεννωμένῃ δὲ ἐν Ἀρμενίᾳ, ἄνθος δὲ ἐχούσῃ ἐμφερὲς ὀριγάνῳ. ἀεὶ δὲ ἐν ταῖς τῶν τοιούτων δοκιμασίαις τὰ θραύσματα φεῦγε· ἐκλέγου δὲ τὰ ἀπὸ μιᾶς ῥίζης ἔχοντα τοὺς ἰδίους κλάδους τελείους.
16 κόστου διαφέρει ὁ Ἀραβικός, λευκὸς ὢν καὶ κοῦφος, [*](8 SIM. Cels. III 18 (100, 25) — D. eup. II 122 (320) I 29 (107) II 72 (286) 76 (287) 78 (290) II 58 (270) II 102 (303) — Pl. XXVI 105 eup. I 234 (214) — Scrib. L. 177 Gal. XIV 149 — Pl. XIII 15. 16. 18.) [*](16 SIM. Pl. XII 49 (ex Iuba).) [*](21 SIM. Theophr. h. pl. IX 7, 3. de od. 28. 32. Pl. XII 41 (ex Iuba); Diod. II 49; Arr.] peripl. m. Er. 39.) [*](21 EXC. Orib. XI s. v. (κόστου — πυρώδης, μειγνύουσι — παρέχει); Orib. t. V 72 D., unde Aet. II 196; Isid. XVII 9, 4 (e D. at.); Ps. Orib. de simpl. V 64: Gal. XII 40 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 8 s. v.) cf. Salm. de hom. 128.) [*](1 καὶ om. Di ὀριγανίζον Orib. DiDl: πηγανίζον QDa τε addidi 2 οὐ — οὐδὲ om. Orib. 4 πεπιασμένον F: πεπιεσμένον Orib.: ἐκπεπιεσμένον Aet.: πεπιλημένον reliqui post πεπ. add. ποῦ Orib. ἢ] ἤγουν (comp. scr.) H: καὶ Da: ἢ συμπεπλεγμένον om. FAet. 5 δὲ — ὁμοίου om. mg. add. O2 ὅμοιον FDiDa: ὁμοίου Orib. HAet. 6 σφόδρα τε Orib. ad εὐρῶτος schol. Paris. Orib. (II 744 Dar.) ἀντὶ τοῦ νοτίδος· κυρίως δὲ εὐρώς ἐστι τὸ γινόμενον σκοπινὸν (τει superscr.) καὶ ἰῶδες χρῶμα περὶ τὸν αεπίοια τὸν χαλκόν 7 μὴ] οὐ Di 9 τῷ μετώπῳ κατα πλασσόμενον Di τε] δὲ Da post τε add. καὶ μελικηρίδας Di: post διαφορεἴ HDa: om. FDl 10 τε] δὲ F 11 post ὠφελεῖ add. πυδαγοίκοις συμβάλλεται καὶ HDi παρηγορεῖ addidi ex HDi: om. F 13 ἐν ἐγκαθίσμασι p δὲ om. H 16 ἀμωμιάδι Orib. (ἀμωμίδι Orib. V 69) ἐμφερῆ HDiDa 17 τῷ] τῇ FDa 18 ἀρμενεία F Di (pr.) om. HDi ἀεὶ] δεῖ HDi 19 φεύγειν H: ἐκφεύγειν Di 20 τοὺς ἰδίαυς om. Di 21 num. cap. ι𝔮 QDi: ιδ΄ Dl κόστος Orib.)
δύναμιν δὲ ἔχει θερμαντικήν, διουρητικήν, ἐμμήνων ἀγωγὸν καὶ τῶν περὶ ὑστέραν παθῶν ἀρωγὸν ἐν προσθέμασι καὶ πυριάσεσι καὶ καταντλήμασι.
2 πινόμενος δὲ ἐχεοδήκτοις βοηθεῖ οὐγγιῶν δυεῖν πλῆθος, καὶ πρὸς θώρακος πόνους καὶ σπάσματα καὶ ἐμπνευματώσεις μετ᾿ οἴνου καὶ ἀψινθίου, καὶ ἀφροδίσια δὲ παρορμᾷ μετ᾿ οἰνομέλιτος. ἄγει δὲ καὶ ἕλμινθα πλατεῖαν μεθ᾿ ὕδατος, σύγχρισμά τε ῥιγοῦσι μετ᾿ ἐλαίου πρὸ τῆς ἐπισημασίας καὶ παραλυτικοῖς. καθαίρει δὲ καὶ ἔφηλιν καταχρισθεὶς μεθ᾿ ὕδατος ἢ μέλιτος· μείγνυται δὲ καὶ μαλάγμασι καὶ ἀντιδότοις.
μειγνύουσι δ᾿ ἔνιοι τὰς ῥωμαλεωτάτας τοῦ Κομμαγηνοῦ Ἑλενίου ῥίζας δολοῦντες αὐτόν. εὐχερὴς δὲ ἡ διάγνωσις· οὔτε γὰρ πυροῖ τὴν γεῦσιν τὸ Ἑλένιον οὔτε τὴν εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρέχει.
17 σχοῖνος· ἡ μέν τις γίνεται ἐν Λιβύῃ ἡ δὲ ἐν Ἀραβίᾳ, ἑτέρα δὲ ἐν τῇ Ναβαταίᾳ καλουμένῃ, ἥτις ἐστὶ κρατίστη· δευτερεύει δὲ ἡ Ἀραβική, ἣν ἔνιοι Βαβυλώνιον καλοῦσιν, οἱ δὲ τευχῖτιν, ἡ δὲ Λιβυκὴ ἄχρηστος. ἐκλέγου δὲ τὴν πρόσφατον, ἔμπυρρον, πολυανθῆ, σχιζομένην δὲ ἐμπόρφυρον καὶ λεπτήν, [*](6 SIM. D. eup. II 112 (312) Cels. III 21 (107, 15) — eup. II 78 (291) — eup. II 80 (293) — eup. II 115 (316) — eup. II 34 (247) — eup. II 41 (256) — eup. II 96 (300) — eup. II 24 (236) — eup. I 233 (214) — eup. I 120 (153) — Scrib. L. 173. 176.) [*](19 SIM. Theophr. h. pl. IX 7, 1; de caus. VI 11, 13. de od. 25. 33; Pl. XII 104 (ex Iuba): XXI 120 (e S. N.); Gal. XIV 74.) [*](19 EXC. Isid XVII 9, 11 (e D. lat.); Gal. XII 136 (s. v. σχοίνου ἄνθυς), unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v.) [*](1 τὴν om. Da 2 ἁδρὸς] grossior Dl ἐστιν om. Da 5 post ξηρός add. κοῦφος (leve) Isid. l. s. ἀτερηδώνιστος H: ἀτεριδόνιστος F τῇ γεύσει Orib. 7 καὶ καταντλήμασι καὶ πυριάσεσι Di 8 καταλτηλήσεσι F πινόμενον HDiDa ἐχεοδήκτοις F: ἐχιοδήκτοις reliqui 9 μ, F: β Di: δύο H: πλῆθος β Da fort. ῥήγματα καὶ σπάσματα cf. Gal l. s. 10 πνευματτώσεις FDiDa 11 καὶ ἔμμηνα πλατεῖαν τε ἕλμινθα Da cf. Gal. l. s. 15 κομαλινοῦ F 18 παρίστησιν Orib. (πάρέχει Orib. V 72)) [*](19 num, cap. ιζ QDi: ιε Dl σχῖνος Di 20 Αβατέλη QDa: ἀβαταία Di: inabatea Di: laudatissimus ex Nabataea Pl.: corr. nescio quis καλουμένη F: λεγομόνη reliqui 22 τευχῖτιν] erran. Pl. XXI 120 ἡ] οἱ δὲ H 23 λεπτήν] λευκήν H at cf. Isid. l. s.)
δύναμιν δὲ ἔχει θερμαντικήν, θρυπτικήν, πεπτικήν, μαλακτικήν, 2 ἀναστομωτικήν, διουρητικήν, ἐμμήνων ἀγωγόν, πνευμάτων διαλυτικήν, κεφαλῆς καρηβαρικήν, ὑποστύφουσαν μετρίως. τὸ μὲν οὖν ἄνθος αὐτῆς ἐν ποτήμασι χρήσιμον πρὸς αἵματος ἀναγωγὰς καὶ πόνους στομάχου, πνεύμονος, ἥπατος, νεφρῶν· μείγνυται δὲ καὶ εἰς ἀντιδότους. ἡ δὲ ῥίζα στυπτικωτέρα, διὸ καὶ τοῖς ἀσώδεσι στομάχοις δίδοται, ὑδρωπιῶσί τε καὶ σπάσμασι μετὰ ἴσου πεπέρεως δραχμῆς μιᾶς ὁλκὴ πρὸς ἡμέρας τινάς. τὸ δὲ ἀπόζεμα αὐτῆς ταῖς περὶ μήτραν φλεγμοναῖς εἰς ἐγκάθισμα ἁρμόδιον.
18 κάλαμος ἀρωματικὸς φύεται μὲν ἐν Ἰνδίᾳ, ἔστι δὲ αὐτοῦ κάλλιστος ὁ κιρρός, πυκνογόνατος καὶ εἰς πολλοὺς σκινδαλμοὺς θραυόμενος, γέμων ἀραχνίων τὴν σύριγγα ὑπολεύκων, ἔν τε τῇ διαμασήσει γλίσχρος, στυπτικός, ὑπόδριμυς.
δύναται δὲ οὖρα κινεῖν ποθείς, ὅθεν ἁρμόζει μετὰ ἀγρώστεως ἢ σελίνου σπέρματος ἀφεψηθεὶς καὶ ποθεὶς ὑδρωπικοῖς, νεφριτικοῖς, στραγγουριῶσι, ῥήγμασιν. ἄγει δὲ καὶ ἔμμηνα πινόμενος καὶ προστιθέμενος, βῆχάς τε ἰᾶται ὑποθυμιώμενος καθ᾿ ἑαυτὸν καὶ σὺν ῥητίνῃ τερεβινθίνῃ τοῦ καπνοῦ διὰ σύριγγος ἑλκομένου τῷ στόματι. ἀφέψεται δὲ καὶ εἰς ἐγκαθίσματα [*](4 SIM. D. eup. II 14 (232) — Pl. XXI 120 Cels. III 21 (107, 16) eup. II 111 (310P)— Pl. l. s. — eup. II 63 (276. 278) — Pl. l. s. eup. II 70 (284).) [*](13 SIM. Theophr. h pl. IV 8, 4. IX 7, 1sq.: de od. 33 34. Pl. XII 104 (ex Iuba) — D. eup. II 63 (278) II 102 (304) II 109 (307) II 34 (246) II 78 (290) II 33 (245).) [*](13 EXC. Orib. XI s. v. (κάλαμος — ὑπόδριμυς); Orib. t. V 71 D., unde Aet. II 196; Isid. XVII 8, 13 (e D. lat); Gal. XII 6 (═ Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v); Ps. Orib. de simpl. V 73.) [*](1 διατριβῇ Di 2 πολλῆς H 4 post ἔχει haec habet Di διουρητικήν, ἐμμήνων ἀγωγόν, πνευμάτων διαλυτικήν, κεφαλῆς καρηβαρικήν, ὑποστύφουσαν μετρίως, ἔτι δὲ θρυπτικήν, πεπτικήν, ἀναστ. καὶ διουρητικήν θερμαντικήν FDl: om. reliqui, at cf. Gal. l. s. θρυπτικήν FDa: θρεπτικήν H. seclusi ὑπαλλακτικήν H 7 οὖν om. H ἐν addidi cf. Gal. l. s. ποτίσμασι libri: correxi 10 ἀσώδεσι F: ἀσσώδεσι reliqui 11 δραχμῆς — ὁλκὴ om. Di: ⩹ ο α ὁλκῆ F: ⩹ α ὁλκή HDa: post σπάσμασι transpos. Spr., fort. recte ἀπόβρεγμα H) [*](13 num. cap. ιη QDi: ι𝒢΄ Dl 14 αὐτὸς Spr. post κιρρός add. Isid. fragrans spiritus suauitate 15 σήραγγα Orib. V 71 post σύριγγα add. Dl ascendens cubitum unum aut amplius ὑπολεύκων FOrib. l. s.: ὑπόλευκος reliqui 16 τε] δὲ Orib.Di post ὑπόδριμυς foedissime interpol. πικρός (amarus) Orib. (ed. Ras.) 17 ἀγρώστεως ῥίζης καὶ D. eup. II 109 (307) 22 ἀφέψηται F: ἀφεψεῖται H)
19 βάλσαμον· τὸ μὲν δένδρον κατὰ μέγεθος λυκίου ἢ πυρακάνθης βλέπεται, φύλλα ἔχον ὅμοια πηγάνῳ, λευκότερα δὲ πολλῷ καὶ ἀειθαλέστερα, γεννώμενον ἐν μόνῃ Ἰουδαίᾳ κατά τινα αὐλῶνα, διαφέρον αὐτὸ ἑαυτοῦ τραχύτητι καὶ μήκει καὶ ἰσχνότητι. λέγεται γοῦν τὸ λεπτὸν καὶ τριχῶδες τοῦ θάμνου εὐθέριστον, ἴσως διὰ τὸ εὐχερῶς θερίζεσθαι ἰσχνὸν ὄν.
τὸ δὲ ὀποβάλσαμον λεγόμενον ὀπίζεται ἐν τοῖς ὑπὸ κύνα καύμασιν ἐντεμνομένου σιδηροῖς ὄνυξι τοῦ δένδρου· ῥεῖ δὲ ὀλίγον ὡς καθ᾿ ἕκαστον ἔτος μὴ πλεῖον ἓξ ἢ ἑπτὰ χόας συναθροίζεσθαι· πωλεῖται δὲ ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ ὁ σταθμὸς αὐτοῦ πρὸς διπλοῦν ἀργύριον.
2 ἐστι δὲ ὀπὸς καλὸς ὁ πρόσφατος, τῇ ὀσμῇ εὔτονος καὶ εἰλικρινὴς καὶ μὴ παροξίζων, εὐδίετος, λεῖος, στύφων καὶ δάκνων μετρίως τὴν γλῶσσαν. δολοῦται δὲ ποικίλως· οἱ μὰν γὰρ χρίσματα μίσγουσιν αὐτῷ ὡς τὸ τερεβίνθινον, κύπρινον, σχίνινον, σούσινον, βαλάνινον, μετώπιον, μέλι, κηρωτὴν μυρσίνην ἢ κυπρίνην ὑγρὰν λίαν. διελέγχεται δὲ εὐχερῶς ὁ τοιοῦτος· ἐπισταγεὶς γὰρ ὁ ἀκέραιος εἰς ἐριοῦν ὕφος καὶ ἐκπλυθεὶς κηλίδα οὐ ποιεῖ οὐδὲ σπίλον, ὁ δὲ δεδολωμένος [*](3 SIM. Theophr. h. pl. IX 6, 1 sq. Strab. XVI 763; Diod II 48 (ex Posidonio ?) XIX 98. Pl. XII 111sq. (ex Iuba ?) cf. XVI 135; XXIII 92 (e S. N.); Sim. S. s. v. (28, 9 L.).) [*](3 EXC. Isid. XVII 8, 14 (e Pl. et Dl cf. Sol. 154, 15 M); cf. Gal. XI 846. XlV 25.) [*](3 TEST. Gal. XIV 62.) [*](1 post γυναικεῖα add. καὶ ἐγκλύσματα Di εἰς μαλάγματα καὶ θυμιάματα Da) [*](3 num cap. ιθ QDi: ιζ Dl λευκοίου H: λευκοίου ἢ λυκίου Di: similis licii Dl 4 πυρακάνθης libri: piracantes Dl: πυξακάνθης coni. Sarac. coll. D. I 100, at cf. D. I 93. 118 6 post αὐλῶνα add. καὶ ἐν αἰγύπτῳ HDiDa ad rem cf. Pl. XII 114 7 tenue arboris genus capillacea coma eutheriston vocari Pl. l. s. testatur ἰσχνῶδες Da 8 θερίσερον F: θεριστόν reliqui: correxi coll. Pl. l. s. 9 nov. cap. (ιθ' in mg.) περὶ ὀποβαλσάμου inc. Di: ιη΄ Dl 10 καύμασιν om. F σιδηροῖς ὅνυξι] cf. Theophr. l. s.: osseis cultellis Pl.: ferreis ungulis Isid. 11 ἔτος] χρόνον Di ἢ ἓξ HDi συναθροίζεσθαι — δὲ om. F 12 ἐν τῷ τόπῳ om. H (spatio relicto) τούτῳ addidi ὁ om. F 14 καὶ (alt.) om, Di μὴ del. Spr., at cf. Dl odore fortiore non subacido, Pl. esse enim debet lenis, non subacidus παροξύνων F (παροξίζων in mg. corr. pr. m.) εὐδίαιτος libri: corr. Sar. 16 χρίσματι μίσγουσιν αὐτό Di 17 σχοίνινον QDa 18 λίαν F: λείαν reliqui ἐλέγχεται HDiDa 19 ἀραιοῦν F (ἐρεοῦν in mg.) corr. alt. m.) 20 ἐμπλυθεὶς HDa: ἐμπληθεὶς (η oblitter.) F)