Panarion (Adversus Haereses)
Epiphanius
Epiphanius. Epiphanius, Volume 1-3. Holl, Karl, editor. Leipzig: Hinrichs, 1915-1933.
σκοπήσωμεν οὖν τῆς ἡμῶν ζωῆς τὴν εὐσταθῆ βα΄σιν καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ φωτός, ὦ ἀγαπητοίκ, καὶ μὴ σφαλῶμεν διὰ τῶν λόγβν τοῦ δι᾿ ἐναντίας καὶ τοῦ βοσκήματος τοῦ ἀλλοτρίου πνεύματος.
ὅρα γὰρ ἐνταῦθα τ[ον οὕτω λαλήσαντα, ἡναγκασμένονν ἑαυτ[ον ἀποφήναντα, οὐχ ἑκουσίᾳ γνώμῃ. ὁ δὲ κύριος ἡμῶν οὐκ ἄχων ἦλθεν εἰς τὸν [*](1 vgl. Joh. 16,14 — 3 Joh. 15, 26 — 3f Matth. 12,28 — 4f vgl. Joh. 8,26 Joh. 17,18 — 5f vgl. Joh. 17,3 — 11 zu πόνος vgl. Tertullian de monog. 2 ergo, inquis, hac argumentatione quidvis novum et onerosum paracleto udscribi poterit . . . fidem dicente pro eis integritate praedicationis . . . licet onerosis, quia nec nunc sustinentur; zu συνθήκη vgl. Tertullian de birg. vel. 1 iustitia . . . primo fuit in rudimentis . . . dehinc per legem et prophetas promovit in infantiam, dehinc per evangelium efferbuit in iuventutem, nunc per paraeletum componitur in maturitatem de exhort. cast. 6 de monog. 2. 14, zu ἐπαγγελία vgl. den Anonymus bei Eusebius V16, 9; S. 464, 3 τοὺς μὲν χαίροντας καὶ χαυνουμένους ἐπ᾿ αὐτῷ (sc. über Montanus), μακαρίζοντος τοῦ πνεύματος καὶ διὰ τοῦ μεγέθους τῶν ἐπαγγελμάτων ἐκφυσιοῦντος) [*](M U ) [*](4 υἱὸς *]κύριος MU | τοῦ< M 6 γινώσκουσιν M | δοξάσωσι]δοξάζουσι M δοξάσουσι U 10 γνῶσις hinter διδασκαλίας (!) U; γνῶσ<τ>ισ καὶ διδασκαλίας Jül. | καὶ2<U 11 τ. ἐπαγγελίας κ. τ. συνθήκης U 12 μηνυστὴν M | unten S. 238,13f schreibt Epiphanius, wie wenn er gelesen hätte θέλοντας καὶ μὴ θέλοντας; wohl Flüchtigkeitsversehen. Die Prophetin spricht von sich im Masc. wie S. 222,1 | γνωθεῖν] μαθεὶν U. Das dem Zusammenhang genau entsprechende, aber in seiner Bildung höchst ungewöhnliche γνωθεῖν wage ich nicht zu ändern. Verständlicher wäre γνω(σ)τεῖν; das θ scheint jedoch durch die Verballhornung in μαθεῖν geschützt. Sachlich richtig umschreibt Epiph. das Wort S. 238,15 mit διδάσκειν 15 τοῦ1]τῶν τοῦ U 17 οὐχ]οὐκ M)
καὶ ὡς αὐτὸς ἅμα σὺν πατρὶ τὸ θέλειν ἔχει καὶ τὸ οὐχὶ μετὰ ἀνάγκης καὶ τὴν χάριν πὰσι διδόναι, ἀλλὰ δι᾿ ὑπερβολὴν φιλανθρωπίας, οὕτω καὶ οὓς ἐκάλεσε μετὰ προαιρε΄σεως κέκληκεν, οὐκ ἀνάγκην ἐπιβάλλων, οὐ κλοιὸν ἐπιτιθέμενος.
φάσκει γὰρ ὅτι »οἱ διψῶντες ἔλθατε πρὸς με« καὶ πάλιν »εἴ τις θέλει ἔρχεσθαι πρὸς με, ἀρνησάσθω ἑαυτὸνν καὶ ἀκολουθείτω μοι« καὶ διὰ Ἠσαΐου τὸ αὐτὸ φθργγόμενος ἔλεγεν »ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου« καὶ ὕστερον, ἵνα δείξῃ ὁ προξήτης [ὅτι] τὶς ἐστιν ὁ λέγων, ἔφη »τὸ γὰρ στόμα κυρίου ἐλάλησε ταῦτα«.
καὶ ὁρᾷς κατὰ πάντα τρόπον τὴν πρὸς τὸ θεῖον γράμμα τούτων διαφωνίάν καὶ τὴν ἀλλοίαν ὑπόνοιάν τε καὶ ὑπόληψιν παρὰ τὴ τοῦ θεοῦ πίστιν καὶ ἀκολουθίαν;
καὶ γὰρ καὶ Μαξίμιλλα τοὺς θέλοντνας καὶ μὴ θέλοντας ἔλεγεν ἀναγκάζειν, ὡς καὶ ἐξ αὐτοῦ τοῦ ῥητοῦ ψεύσεται ἡ τοιαύτη. οὔτε γὰρ θέλοντας ἐδίδαξε γνῶσιν θεοῦ? ἣν οὐκ ᾔδει οὐδὲ τοὺς μὴ θέλοντας ἠνάγκασεν.
αὐτίκα <γοῦν> οὐ πάντες οἱ ἐν τῷ κόσμῳ οἴδασι τί ἔστιν ὄνομα Μαξιμίλλης οὐδὲ τῶν αὐτῆς λόγων τὸ παράφθεγμα. και κατὰ πάντα τρόπον διέπεσεν ἡ τούτων πεπλανημένη ἐπίνοια, οὐκ οὖσα τῆς τοῦ θεοῦ ἀληθείας.
14. Tιμῶσι δὲ οἱ τοιοῦτοι καὶ τόπον τινὰ ἔρημον ἐν τῇ Φρυγίᾳ, [*](6 Joh. 7,37 — 7 Matth. 16, 24 — 9 — 10 Jes. 58,14 — 20 vgl. unten haer. 49,1,3; dazu Apollonius bei Eusebiius h. e. V 18,2;S.472,20 Schwartz ὁ Πέπουζαν καὶ Τύμιον Ἱερουσαλήμ ὀνομάσας· πόλεις δ᾿ εἰσὶν αὗται μικραὶ τῆς Φρυγίας ebda 18,13; S. 478,11 ἐν Πεπούζοις προφητεύειν δὴ προσποιουμένης τῆς Μαξιμίλλης Cyrillus Hieros. cat. 16,18; Migne 33, 929 Πέπουζαν μικρότατον κωμύδριον ἐν τῇ Φρυγίᾳ καταλαβὼν καὶ ψευδῶς Ἱερουσαλὴμ ὁνομάσας τοῦτο Filastrius haer. 49,4; S. 26, 13ff Pequzam villam suam, quae sic dicitur in Frigia, Hierusalem appellant, ubi Maximilla et Priscilla et ipse Montanus vitae tempus vanum et infructuosum habuisse dinocuntur; dazu Tertullian adn. marc. III 24 nam et confitemur in terra nobis regnum repromissum, sed ante caelum sed alio statu, utpote post resurrectionem in mille annos in civitate divini operis Hierusalem caelo delata . . . constat enim ethnicis quoque testibus in Iudaea per dies quadraginta matutiis momentis civitatem de caelo pependisse) [*](M U ) [*](1 ἀπὸ M 2f ὡς αὐτὸς *] ὡσαύτως U αὐτὸς (<ὡς) M 3 πατρὶ + <καὶ πνεύματι>?* | τοῦ θέλειν M 3f καὶ τὴν] ταὺτην τὴν U; [καὶ]?* 5 ἐπιβάλλων] ἐπικαλῶν U 9 θέλετε M | 10 [ὅτι] * 13 καὶ3 < M 13f τοὺς θέλοντας καὶ μὴ θέλοντας] vgl. zu S. 327,12 15 ψεύσηται M 16 <γοῦν>* 17 οἱ < M)
ὅθεν ἐκεῖ ἀπερχόμενοι μυστήριά τινα ἐπιτελοῦσιν ἐν τῷ τόπῳ καὶ ἁγιάζουσιν <ἑαυτούς>, ὡς ὑπολαμβάνουσιν. ἔστι γὰρ καὶ τὸ γένος ἐν τῇ Καππαδοκίᾳ καὶ Γαλατίᾳ καὶ ἐν τῇ προειρημένῃ Φρυγίᾳ, ὅθεν κατὰ Φρύγας ἡ αἵρεσις καλεῖται· ἀλλὰ καὶ ἐν Κιλικίᾳ καὶ ἐν Κωνσταντινουπόλει τὸ πλεῖστον.