De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

6 τοῦ δὲ λεγομένου σκώληκος ἰοῦ δισσὸν εἶδος ὑπάρχει· ὁ μὲν γὰρ ὀρυκτός ἐστιν, ὁ δὲ σκευάζεται οὕτως· εἰς θυίαν Κυπρίου χαλκοῦ, ἔχουσαν δὲ καὶ δοίδυκα ἀπὸ τῆς αὐτῆς πεποιημένον [*](18 SIM. Pl. XXXIV 116.) [*](18 EXC. Orib. XIII s. v. ἰός (τοῦ δὲ — ξυστῷ), Aet. II 56 (εἰς θυίαν — προείρηται).) [*](1 τὸν — σπηλαίου om. mg. add. A2 2 μὲν om. Orib. εὔχροον Orib. 4 δὲ ἄλλοις τε Orib. E μισγομένοις POrib: μισγόμενος reliqui 5 κισσίρηδι E: κισσήρει Orib.QDi 6 κυκῶσιν αὐτόν om. Di 7 τὸ om. Orib. μάρμαρον καὶ τὰ ὅμοια Orib.E 8 τῷ] τὸ P τι τοῦ ἰοῦ μέρος Orib.E: τι μέρος τοῦ ἰοῦ Di 9 τὸν μὲν Orib.E: τὸ μὲν cett. μὲν αὐτοῦ Di τὰ δʼ ἀπὸ Orib.EDi 10 μαρμάρου μέρη εἶναι Orib.: μαρμάρου μέρη μένειν E: μαρμάρου μέρη ἀδιάχυτα μένειν Di: μαρμάρου μένειν ἀδυάχιτον A (ρει ἀδιάλυτα μένειν superscr. A2) ἀδιάλυτα Orib.E ἐκ τῆς ἐπιπλέον (ἐπϊπλεῖον E) παρατρίψεως καὶ τῆς τοῦ ὑγροῦ παραπλοκῆς Orib.E 11 τῇ om. O παρατροπῇ HA (corr. A2) 12 καὶ (pr.) post τῆς colloc. Ald. 13 χάλκανθες Orib.E: χάλκανθον Q (χαλκανθῶδες superscr. A2) Di 14 ἐμπλάσας ODi: ἐπιπάσσοι Orib.: ἐπιπάσαι E: corr. Sar. οὕτως PFE: οὕτω reliqui 15 ἔπειτα τούτων Orib.E καὶ τὸ ἕτερον τούτων ἐπιθήσει ἐν θερμῇ τέφρᾳ ἢ ἐπὶ ἄνθραξι Di εἰ ἐπὶ HA τῆς θερμῆς Orib. 16 θείης HA μεταβάλλεται Di καὶ καὶ ἐρυθραίνεται P: καὶ ἐρυθραίνεται reliqui: correxi χάλκανθες POrib.E: χάλκανθον (. . όν F) Q: χαλκανθῶδες Di, superscr. A2 17 χροιάν P 18 nov. cap. inc. (πδ) EDl, ψμζ Di tit. περὶ ἰοῦ σκώληκος Di ἰοῦ om. Orib. 19 ὃς μὲν E οὕτω Di 20 δὲ καὶ om. Aet. Di πεποιημένης Orib.)

51
ἥλης, ἐγχέας ὄξους λευκοῦ καὶ δριμέος κοτύλης ἥμισυ τρῖβε, ἕως οὗ γλοιωθῇ, εἶτα ἔμβαλε στυπτηρίας στρογγύλης ⋖ δ´ καὶ ἁλὸς ὀρυκτοῦ διαφανοῦς ἢ θαλασσίου ὡς ὅτι λευκοτάτου καὶ στερεοῦ, εἰ δὲ μή γε, νίτρου τὸ ἴσον· εἶτα λέαινε ἐν ἡλίῳ ἐν τοῖς ὑπὸ κύνα καύμασιν, ἕως τῇ μὲν χρόᾳ ἰώδης, τῇ δὲ συστάσει ῥυσώδης γένηται, καὶ οὕτως ἀναπλάσας σκώληκας τοῖς Ῥοδιακοῖς ὁμοίους ἀποτίθεσο.

ἐνεργὴς δὲ καὶ εὔχρους 7 γίνεται ἄγαν, ἐὰν ὄξους μὲν λάβῃ μέρος ἕν, οὔρου δὲ παιδίου μέρη δύο, τὰ δ᾿ ἄλλα ὡς προείρηται. τινὲς δὲ ἀποτετευγμένῳ τῷ ξυστῷ κόμι μείξαντες ἀναπλάσσουσι καὶ πωλοῦσιν, ὃν παραιτητέον ὡς φαῦλον. ἔστι δέ τις καὶ ὑπὸ τῶν χρυσοχόων γινόμενος ἰὸς διὰ θυίας καὶ δοίδυκος Κυπρίου χαλκοῦ, ἔτι δὲ οὔρου παιδίου, ᾧ τὸ χρυσίον κολλῶσιν.

ἀναλογοῦσι δὲ κοινῶς 8 οἱ προειρημένοι ἰοὶ κεκαυμένῳ χαλκῷ, μᾶλλον δὲ ἐρρωμένοι περὶ τὴν ἐνέργειαν. ἰστέον δὲ ὅτι προέχει μὲν αὐτῶν ὁ ὀρυκτὸς σκώληξ· ἐχόμενος δ᾿ ἐστὶν ὁ ξυστός, εἶτα ὁ σκευαστός· δηκτικώτερος μέντοι καὶ μᾶλλον στύφων οὗτος ὑπάρχει, ὁ δὲ τῶν χρυσοχόων ἀνάλογος τῷ ξυστῷ.

δύναται δὲ πᾶς ἰὸς στύφειν, θερμαίνειν, ἀποσμᾶν τὰς ἐν 9 [*](19 SIM. Cels. V 2. 5. 6. 7 — Pl. XXXIV 113 D. eup. I 41 (112) — eup. I 200 (196) — Pl. l. s. 115 — Cels. V 9 Pl. 115 eup. I 183 (190) — Pl. l. s. 115 eup. I 207 (201) — Pl. 115 eup. I 9 (134) — Pl. 113 eup. I 46 (114) — Pl. 115 eup. I 128 (157).) [*](1 ἐκχέας E καὶ om. Aet. δριμέος superacr. H2: καὶ δριμέος mg. add. A2 2 τρῖβε ἐν ἡλίῳ Aet. οὗ] om. Orib. Aet.: ἂν E γλοιῶδες γένηται Aet. ἔμβαλλε FOrib.: ἐπίβαλλε E: ὑπέμβαλε Aet. 3 ⋖ δ PFEDl: ᾱ Di: τριώβολα τέσσαρα Orib.: οὐγγίας δ´ (comp. scr.) HA καὶ om Orib. post ὀρυκτοῦ add. δραχμὰς δ καὶ Aet. ἢ — ὅτι om. Aet. ὡε om. Orib. λευκοῦ Aet. 4 post στερεοῦ add. τουτέστι σπεκλαρίου (errore) Aet. τὸ om. PFOrib.E λέαινε] τρῖβε (post καύμασιν coll.) Aet. 5 ἐν add. e QDi ἕως ἂν Aet.E 6 ῥυπώδης P: γλοιώδης QDi: γλοιώδης ἢ ῥυπώδης Orib. Aet.E (ἢ ῥυπ. del. E2): καὶ γλοιώδης καὶ ῥυπώδης mg. add. A2: correxi coll. Pl. l. s 116 donec viride fiat contrahatque se vermiculorum specie 7 τοῖς μὲν AH (μὲν del. H2) ὁμοίους τοῖς ῥοδιακοῖς Orib.E ὁμοίως Q (corr. A2) 8 ἄγαν om. Orib. μὲν om. Orib. ἕν] ᾱ HA παιδίου L: παλαιοῦ reliqui, at cf. Pl. l. s. 116 9 β´ F τὰ δ᾿ ἄλλα PA: om. Q (superscr. H2): καὶ τὰ ἄλλα δὲ Orib.: καὶ τἄλλα E δὲ τὸν Di ἀποττευγμένως (sic) P: ἀποτετευμένως A: ἀποτετευγμένον QDi: ἀποδεδουμένον Orib.: ἀποτετηγμένω E (ἀποτετευγμένω mg. add. E2): erugine rasiciu Dl 10 ἐν τῷ Di τῷ addidi ex Orib.EDi κόμι POrib.: κόμη E: κόμμι AH: κόμει F: κόμμει Di καὶ πωλοῦσιν addidi ex EDiDl 12 δὲ καὶ A 13 παιδιακοῦ Orib.: παιδικοῦ E. ad rem cf. Pl. XXXIII 93 κοινῶς] καὶ Orib.: om. E 14 δὲ om. Orib. 16 ἐχομένως H2ADi ἐστὶν om. Di εἶθ᾿ ὁ E 18 ἀναλογεῖ Orib.)

52
ὀφθαλμοῖς οὐλὰς καὶ λεπτύνειν, δάκρυον ἄγειν, νομάς ἴσχειν, τραύματα ἀφλέγμαντα τηρεῖν, τὰ παλαιὰ ἀπουλοῦν ἕλκη σὺν ἐλαίῳ καὶ κηρῷ. σὺν μέλιτι δὲ ἑψηθέντες τύλους καὶ τὰ ῥυπαρὰ τῶν ἑλκῶν ἀνακαθαίρουσιν.

10 ἀμμωνιακῷ δὲ ἀναλημφθέντες εἰς κολλούρια σύριγγας καὶ τύλους ἐκτήκουσι, χρήσιμοι δὲ καὶ πρὸς ἐπουλίδας καὶ τὰς τῶν οὔλων ἐξοχάς. ἱκανῶς δὲ καὶ βλέφαρα λεπτύνουσι σὺν μέλιτι ἐγχριόμενοι· δεῖ δὲ πυριᾶν μετὰ τὴν ἔγχρισιν σπόγγῳ ἐξ ὕδατος θερμοῦ· ἀναλημφθέντες δὲ ῥητίνη τερεβινθίνῃ σὺν χαλκάνθῳ ἢ νίτρῳ λέπρας ἐξάγουσι.