De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

67 ἱπποσέλινον· οἱ δὲ ἀγρίολον, οἱ δὲ ἀγριοσέλινον, οἱ [*](65 RV: ὀρεοσέλινον· οἱ δὲ πετροσέλινον ἄγριον, Ῥωμαῖοι ἄπιουμ, Αἰγύπτιοι ἀνωνίμ, Ὀσθάνης συνωβέα.) [*](8 SIM.: Pl. XX 118 — D. eup. II 112 (311) Ruf. 8 (ed. Ruelle) — eup. II 75 (287) — Scrib. Larg. c. 106 —eup. II 35 (248) — eup. II 106 (305) — Scrib. Larg. c. 144 — Cels. V 23, 3. Scrib. Larg. c. 176.) [*](8 EXC.: cf. Gal. XII 99. XIV 76. Isid. XVII 11. 2 (Pall. V 3, 2).) [*](14 SIM.: Pl. XX 117 (e S. N.) XIX 162 Garg. Mart. 26.) [*](14 EXC.: Orib. XI s. v. (ἱπποσέλινον — ἕλεσι); Ps. Ap. 106, Gal. XII 99. 128 (unde Paul. Aeg. VII 3 s. v); Isid. XVII 11,3 (Pall. V 3, 2); Hes. s. v. σμυρνεῖον cf. Gal. VI 638.) [*](1 δὲ] μέντοι ROrib.EDi: sed minora et obrotunda Dl ὑπομήκης ROrib. λεπτὸς δριμὺς R. δριμὺς λεπτὸς Di 2 δὲ om, Orib. ἐν τόποις ὀρεινοῖς (om. πέτραις καὶ) Orib. 3 post τόποις syn. add. A 4 ποθέντες FHADi 5 μίγνυται δὲ (om. N) καὶ ταῖς διουρητικαῖς δυνάμεσιν καὶ ἀντιδότοις R: μιγνυται καὶ ταῖς διουρητικαῖς καὶ θερμαντικαῖς δυνάμεσιν Di: καὶ ἀντιδότοις post δυνάμεσι transpos. E: virtutibus calidis et antidotis miscetur Dl 6 ταῖς θερμαντικαῖς A (ταῖς διουρητικαῖς superscr. A2) νομίζοντες E (ut videtur): corr. E2 7 εἶναι τὸ ὀρ. RE: εἶναι τὸ ἐν πέτραις Di φυόμενον· ἄλλο γάρ ἐστι τὸ πετροσέλινον Di πετροσέλινον om. RE) [*](8 num. cap. τπ Ο: τπβ Di: ογ E tit. περὶ πετροσελίνου FHADi σέληνον τὸ καὶ πετροσέληνον· τοῦτο φύεται Di 9 δὲ om, EDi ἔχον ἐοικὸς Di δριμύ Di: δριμύτερον καὶ om. A 10 καὶ ante et post οὐρητικόν add. E ἁρμόζει Di 11 ἐμπνευματώσεις καὶ κώλου E 13 ταῖς οὐρητικαῖς A καὶ (alt.) om. FHADi: eras. E2) [*](14 num. cap. τπα 0: τπγ Di: ρδ E tit. περὶ ἱπποσελίνου FHA: περὶ ἱπποσελήνου Di δὲ (pr.)] μὲν DiA γρίολον PFHA: γρίηλον Di: ἀγρίωλον R: ἀγριωβολον E: ariaeilon Dl: correxi) [*](15 C fol. 248v: N 117 mg. add. scabiosa N (m. rec.) ἄγριον om. A 16 Ὀσθάνης συνωβεα om. HADi: corruptum)

78
δὲ σμύρνιον καλοῦσι, Ῥωμαῖοι δὲ ὀλέσαθρον, ἑτέρου τοῦ κυρίως λεγομένου σμυρνίου ὑπάρχοντος, ὡς αὐτίκα ἱστορήσομεν. ἔστι δὲ μεῖζον καὶ λευκότερον τοῦ κηπευτοῦ σελίνου, καυλὸς δὲ κοῖλος, ὑψηλός, τρυφερός, οἱονεὶ γραμμὰς ἔχων, φύλλα πλατύτερα, ὑποφοινισσόμενα, ἐν οἷς ἐστιν ὡς λιβανωτίδος κόμη μεστὴ ἄνθους, κατὰ κορύμβους πρὶν ἐξανθῆσαι συνεστῶσα· σπέρμα δὲ μέλαν, ἐπίμηκες, ναστόν, δριμύ, ἀρωματίζον, ῥίζα λευκή, εὐώδης, εὔστομος, οὐ παχεῖα.

2 φύεται ἐν συσκίοις τόποις καὶ παῤ ἕλεσι. λαχανεύεται δὲ ὥσπερ τὸ σέλινον· καὶ ἡ ῥίζα δὲ ἑφθή τε καὶ ὠμὴ ἐσθίεται τά τε φύλλα καὶ οἱ καυλοὶ ἑφθά, καθ᾿  ἑαυτά τε καὶ μετά ἰχθύων σκευάζεται· καὶ ὠμὰ δὲ ταριχεύεται εἰς ἁλμαίας. δύναμιν δὲ ἔχει ὁ καρπὸς πινόμενος ἐν οἰνομέλιτι ἐμμήνων ἀγωγόν, θερμαίνει τε τοὺς ῥιγοῦντας πινόμενος καὶ συγχριόμενος στραγγουρίαις τε βοηθεῖ· καὶ ἡ ῥίζα δὲ τὰ αὐτὰ ποιεῖ.

68 σμύρνιον, ὅπερ ἐν Κιλικίᾳ πετροσέλινον καλοῦσι, [*](67 RV: σμύρνιον οἱ δὲ ἱπποσέλινον, οἱ δὲ ἀγρίολον, οἱ δὲ σέλινον ἄγριον, οἱ δὲ πολυπίθιον, Ῥωμαῖοι ὀλυσάθρουμ.) [*](13 SIM.: Pl. l. s. D. eup. II 6 (288) — eup. II 22 (235)— Theophr. h. pl. VII 6, 3. Ruf. 29. 58 (ed. R.) eup. II 109 (307) cf. Nic. Th. 599. schol. Hom. ε 72.) [*](16 SIM.: Theophr. h. pl. VII 6, 3 (ἱπποσέλινον vocatur) Crat. (schol. Nic. Th 848 cf. Al. 405) Pl. XXVII 33sq. (e S. N.) XIX 187.) [*](16 EXC.: med. Gal. XII 128 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v).) [*](1 ὀλέσαγρον ἢ ὀλίσαθρον E 2 τοῦ σμυρνίου E ὑκάρχοντος om. R καὶ αὐτίκα E cf. D. III 68 3 μεῖζον (2 litt. eras. E2) E δὲ (alt.) om. Di 4 τρυφερὸς ὑψηλὸς R γράμμα PF ueluti scripturis notato quas Graeci γράμματα vocant Pa, Ap.: folia habens obrotunda et viscida Dl (sic) 5 ἐν —λιβαωντίδος om. R: del. Α2 μεστή] μέση R 6 ἄνθους — ἕλεσι del. A 7 ἐπιμηκέστερον (om. ναστόν) R λευκὴ] λεπτή R: post εὐώδης transpos. HADi 8 εὔστομος εὐστόμαχος E: eustomaca Dl Pa. Ap. οὐ παχεῖα om. RDl συσκίοις παρὰ ὕδασι E τόποις addidi παῤ ἕλεσι] παραδίσοις R: nascitur licis umbrosis et in hortis et humidis locis Dl 9 ὡς R καὶ ἡ ῥίζα — ἐσθίεται om. R: del. A2 ἑ////φθή τε καὶ ὠμή E: τε om. reliqui 10 τε (pr.) om. R καυλοὶ ἐσθίονται (ἐσθίεται F) FHADi ἑφθά τε καὶ καθ᾿  ἑαυτὰ καὶ μετὰ ἰχθ. R: ἑφθὰ//// (5 litt. eras E2) μαθ᾿  ἑαυτὰ δὲ μετ᾿  ἐχθ. E 11 ὠμά] μόνη R: ὠμὴ E εἰς om. A ἁλμέαν RE 12 ἐν om. R 13 ἀγωγός RH τε] δὲ καὶ E πινόμενον καὶ συγχριόμενον A 14 τε om, RE: καὶ superscr. E2 στραγγουριῶσιν E δὲ om. E ποιεῖν εἴωθεν R: post ποιεῖ 7 fere litt. eras. E2) [*](15 num. cap. τπβ Ο: τπδ Di: οε E tit. περὶ σμυρνίου FHADi) [*](16 C fol. 122v: N fol. 76 ζμύρνιον R alii ypposelinon Ps. Ap. ἀγρίωλον R: correxi 17 alii selinon agrion Ps. Ap. οἱ δὲ πυλυπίθιον om. N: πίθιον vocatur βήχιον D. III 112 post πολυπίθιον haec habet C οἱ δὲ ὀλυσαθρουμ, Ῥωμαῖοι σαθρωουμ: itali dicunt olisatra Ps. Ap. cf. Col. XI 336. Scrib. Larg. 126. Pl. XIX 162. egypti denterobon add. Ps. Ap.)

79
γεννώμενον πλεῖστον ἐν τῷ λεγομένῳ Ἀμανῷ ὄρει. καὶ τοῦτο καυλὸν μὲν ἔχει ὅμοιον σελίνῳ, παραφυάδας ἔχοντα πολλάς, φύλλα δὲ πλατύτερα—τὰ δὲ πρὸς τὴν γῆν καὶ ὑποπερικλᾶται—| ὑπολίπαρα καὶ ῥωμαλέα καὶ εὐώδη σὺν δριμύτητι, φαρμακώδη τε καὶ ὑπομηλίζοντα τῇ χρόᾳ σκιάδιον δὲ ἐπὶ τῷ καυλῷ ἀνηθοειδές, σπέρμα στρογγύλον, ὅμοιον τῷ τῆς κράμβης. μέλαν, δριμὺ γευομένῳ, ὄζον σμύρνης, ἓν ἀνθ᾿  ἑνὸς ποιοῦν· ἡ δὲ ῥίζα δριμεῖα, εὐώδης, ἀπαλή, πολύχυλος, δάκνουσα τὴν φάρυγγα, φλοιὸν ἔχουσα ἔξωθεν μὲν μέλανα, ἔνδοθεν δὲ χλωρὸν ἢ ὑπόλευκον. φύεται δὲ ἐν πετρώδεσι τίποις καὶ γεωλόφοις.

δύναμιν δὲ ἔχει ἡ ῥίζα καὶ ἡ πόα καὶ ὁ καρπὸς θερμαντικήν· 2 λαχανεύεται δὲ καὶ εἰς τὰς ἁλμαίας τὰ φύλλα κοιλίαν τε ἵστησιν. ἡ δὲ ῥίζα πινομένη ἁρμόζει ἑρπετοδήκτοις· πραΰνει δὲ καὶ βῆχας καὶ ὀρθοπνοίας καὶ δυσουρίας ἰᾶται· καταπλασσομένη δὲ τὰ πρόσφατα οἰδήματα καὶ φλεγμονὰς καὶ σκληρίας διαφορεῖ τραύματά τε ἄχρι ἀπουλώσεως ἄγει, ξυσθεῖσα δὲ καὶ προστεθεῖσα ἐξαμβλώσκει. καὶ τὸ σπέρμα δὲ αὐτοῦ πρὸς νεφροὺς καὶ σπλῆνα καὶ κύστιν ἁρμόζει· ἄγει δὲ καὶ δεύτερα καὶ ἔμμηνα, πρός τε ἰσχιάδας μετ᾿  οἴνου πινόμενον ἁρμόζει καὶ στομάχου ἐμπνευματώσεις πραΰνει. ἔστι δὲ καὶ ἱδρωτοποιόν, ἐρευκτικόν, πινόμενον ἰδίως πρὸς ὕδρωπας καὶ περιόδους.

[*](11 SIM.: Pl. XXVII 134— Pl. 136— Pl. 134 eup. II 49 (262)— Nic. Th. 848 (ex Apollod.) Pl. 134 eup. II 115 (315)— Pl. (135) eup. II 31 (241) II 39 (252)— Zop. (Orib. II 566) Pl. 134 eup. II 109 (307) — Pl. 134 eup. I 147 (168) — Pl. 135 eup. I 162 (177) — Zop. (Orib. II 567) eup. II 102: (303). II 61 (273). II 76 (287) Pl. 135 — Zop. Orib. II 598) Pl. 134. 135 — Pl. 135 eup. I 237 (218) — Pl. 135 eup. II 13 (231) — Pl. 135. 136 eup. II 63 (276). II 22 (235).)[*](2 μὲν om. E 3 τὰ δὲ om. DiA: eras. H2: folia lata super terra spansa Dl τὴν γῆν ODi: τῇ γῇ EV: ad terram infracta Pl. 4 καὶ (pr.) om. Di post σὺν 2 litt. eras. E2 5 τε om. V fort. ἐπὶ τοῦ καυλοῦ 7 δριμὺ om, Dl γευόμενον V: γευομένοις F ὡς σμύρνη Di: ὡς σμύρνης H: velut murrae habens odorem D1 cf. Pl. XIX 187. XXVII 133 ὄζον addidi δὲ] τε E 8 πολύχειλος A τὴν] τὸν E 9 χλωρὰ ὑπόλευκος E 10 τόποις om, PE post γεωλόφοις add. καὶ ἐνίκμοις καὶ γωνίαις χερσευούσαις om. A) DiA: καὶ —γωνίαις superscr. H2 cf, Pl, l. s. nascitur et in saxosis collibus et in terrenis: Dl locis nascitur asperis et umectis(!) 13 ἁρμόζει post ἑρπετυδήκτοις transpos. FHADi 16 τε] δὲ E ἄχρις HDi ζυσθεῖσα PE: ζεσθεῖσα reliqui: correxi δὲ καὶ προστεθεῖσα om. PV 17 δὲ om. A αὐτῆς E σπλῆνας E 18 δὲ] τε E 20 ἱδρωποιά H: ὑδροποιά F: ὑδρωποιά A: ὑδρωποιόν Di: sudorem provocat Dl ἰδίως πινόμενον FHADi 21 ἰδρώτας FA: ὕδρωπα E)